Έφυγε από τη ζωή ο συγγραφέας Χρόνης Μίσσιος σε ηλικία 82 ετών. Ο συγγραφέας του «Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς» άφησε την τελευταία του πνοή σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο της Αθήνας, ενώ «πάλεψε» με τον καρκίνο αρκετά χρόνια.
Μια εμβληματική μορφή της Αριστεράς, ο Χρόνης Μίσσιος, ο οποίος γεννήθηκε το 1930 στην Καβάλα, ήταν ο άνθρωπος που έκανε σκληρή κριτική τόσο στον αριστερό χώρο και τις διασπάσεις του όσο και στην ίδια την κοινωνία.
Εξορίες και φυλακές ήταν για πολλά χρόνια το «σπίτι του». Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1985 με το αυτοβιογραφικό βιβλίο «Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς», που «αγκαλιάστηκε» από το κοινό, αλλά δέχθηκε αυστηρή κριτική από τον χώρο της Αριστεράς.
Για οικονομικούς λόγους δεν τελείωσε ούτε το δημοτικό σχολείο (έφτασε μέχρι τη δεύτερη τάξη). Παιδί ακόμη, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, εντάχθηκε στην Αντίσταση και το 1947 καταδικάστηκε σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο. Έμεινε φυλακισμένος έως το 1953 και από το 1962 εξορίστηκε στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη.
Λίγο μετά τη μεταπολίτευση άρχισε να ζει ως ελεύθερος πολίτης. Τα τελευταία χρόνια ζούσε σχεδόν σαν ερημίτης στο Καπανδρίτι με τη σύντροφό του, Ρηνιώ, και τα σκυλιά τους σε ένα αγροτόσπιτο. Άλλα έργα του ήταν τα «Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;» (1988), «Τα κεραμίδια στάζουν» (1991), «Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι» (1996).
Σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις είχε δηλώσει: «Για πρώτη φορά ζω σε μια κοινωνία που δείχνει να έχει πάθει εγκεφαλικό. Δεν αντιδρά με τίποτα».
Είχα τη τύχη να τον γνωρίσω προσωπικά από τη δεκαετία του 1980,τόσο εγώ αλλά και το σύνολο των κατοίκων του Καπανδριτίου και του Μικροχωρίου.Η παρουσία του στο τόπο μας ήταν καθοριστική,τουλάχιστον στο τρόπο σκέψης.Οι ατελείωτες συζητήσεις στη ταβέρνα του "Μπάρμπα-Βασίλη",θα μου μείνουν αξέχαστες.
ΚΑΛΟ ΤΑΞΊΔΙ ΧΡΟΝΗ.............
Μια εμβληματική μορφή της Αριστεράς, ο Χρόνης Μίσσιος, ο οποίος γεννήθηκε το 1930 στην Καβάλα, ήταν ο άνθρωπος που έκανε σκληρή κριτική τόσο στον αριστερό χώρο και τις διασπάσεις του όσο και στην ίδια την κοινωνία.
Εξορίες και φυλακές ήταν για πολλά χρόνια το «σπίτι του». Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1985 με το αυτοβιογραφικό βιβλίο «Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς», που «αγκαλιάστηκε» από το κοινό, αλλά δέχθηκε αυστηρή κριτική από τον χώρο της Αριστεράς.
Για οικονομικούς λόγους δεν τελείωσε ούτε το δημοτικό σχολείο (έφτασε μέχρι τη δεύτερη τάξη). Παιδί ακόμη, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, εντάχθηκε στην Αντίσταση και το 1947 καταδικάστηκε σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο. Έμεινε φυλακισμένος έως το 1953 και από το 1962 εξορίστηκε στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη.
Λίγο μετά τη μεταπολίτευση άρχισε να ζει ως ελεύθερος πολίτης. Τα τελευταία χρόνια ζούσε σχεδόν σαν ερημίτης στο Καπανδρίτι με τη σύντροφό του, Ρηνιώ, και τα σκυλιά τους σε ένα αγροτόσπιτο. Άλλα έργα του ήταν τα «Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;» (1988), «Τα κεραμίδια στάζουν» (1991), «Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι» (1996).
Σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις είχε δηλώσει: «Για πρώτη φορά ζω σε μια κοινωνία που δείχνει να έχει πάθει εγκεφαλικό. Δεν αντιδρά με τίποτα».
Είχα τη τύχη να τον γνωρίσω προσωπικά από τη δεκαετία του 1980,τόσο εγώ αλλά και το σύνολο των κατοίκων του Καπανδριτίου και του Μικροχωρίου.Η παρουσία του στο τόπο μας ήταν καθοριστική,τουλάχιστον στο τρόπο σκέψης.Οι ατελείωτες συζητήσεις στη ταβέρνα του "Μπάρμπα-Βασίλη",θα μου μείνουν αξέχαστες.
ΚΑΛΟ ΤΑΞΊΔΙ ΧΡΟΝΗ.............
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου